ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Είναι αλήθεια ότι οι ιεροί Κανόνες, μαζί με την Αγία Γραφή και τους δογματικούς και συνοδικούς Όρους, αποτελούν κεντρικό πυλώνα στη ζωή και την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Θα έλεγε κανείς, χωρίς δόση υπερβολής, ότι οι τρείς αυτές πραγματικότητες συνιστούν τα θεμέλια πάνω στα οποία πορεύτηκε στη διάρκεια των αιώνων η Εκκλησία. Οι κανόνες, ειδικά, απηχούν, αντανακλούν και καταγράφουν την ζωντανή εμπειρία του εκκλησιακού σώματος, ενώ σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν οδοδείκτες που το προσανατολίζουν για την υπέρβαση ή την επίλυση ποικίλων ζητημάτων που ανακύπτουν στην πορεία του μέσα στην ιστορία προς τα έσχατα.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία χαρακτηρίζεται συνήθως ως παραδοσιακή, εξαιτίας της προσήλωσής της στην πατερική και κανονική παράδοση. Η παράδοση αυτή δεν συνιστά ένα εξωτερικό γνώρισμα που απλά και μόνο την διαχωρίζει από τις ποικίλες παραδόσεις του κόσμου τούτου, αλλά αποτελεί πρωτίστως στοιχείο της ταυτότητάς της, το όχημα με το οποίο κινείται στον γραμμικό χρόνο της ιστορίας και με το οποίο επιχειρεί να απαντήσει στις προκλήσεις της εκάστοτε εποχής, επιδιώκοντας να προσφέρει τη σωτηρία στον πολύπαθο άνθρωπο.
Η Ορθοδοξία έρχεται αναγκαστικά αντιμέτωπη με ριζικά καινούργιες κοινωνικές, ανθρωπολογικές και άλλες προκλήσεις, άγνωστες μέχρι πρότινος, οι οποίες θέτουν σε αμφιβολία και κλονίζουν κάθε βεβαιότητα και αυτάρκεια (όπως συμβαίνει εξάλλου με όλες τις παραδοσιακές δομές και μορφές οργάνωσης του βίου).
Απέναντι στη νέα αυτή πραγματικότητα, η Ορθόδοξη θεολογία αντί να έρθει σε γόνιμο διάλογο με τον κόσμο και την ολοένα και περισσότερο εκκοσμικευόμενη κοινωνία, επιλέγει συχνά την αναδίπλωση στον εαυτό της, την προσκόλλησή της σε μορφές και εκφράσεις του παρελθόντος, οι οποίες αν και δεν εκφράζουν τόσο το αποστολικό κήρυγμα και το πατερικό φρόνημα, αλλά περισσότερο το πνεύμα και τις πρακτικές μια ορισμένης, συνήθως προ-νεωτερικής, εποχής, απολυτοποιούνται εντούτοις και χρησιμοποιούνται ως το υπέρτατο κριτήριο στην προοπτική του σωτηριολογικού διαλόγου της με το παρόν και το μέλλον.
Όπως κάθε πατερικό κείμενο που αποτελεί στοιχείο της εκκλησιαστικής παράδοσης, έτσι και ο κάθε κανόνας προέρχεται από μια συγκεκριμένη εποχή και απηχεί, εκτός από τη διαχρονική σωτηριώδη εμπειρία της Εκκλησίας, και τα συγχρονικά χαρακτηριστικά του τόπου και χρόνου διαμόρφωσής του. Στο βαθμό που αυτό ισχύει, σημαίνει ότι υπάρχει ανάγκη τα κείμενα της παράδοσης (Πατέρες και κανόνες) να εντάσσονται σε μια ερμηνευτική διαδικασία η οποία θα αποσαφηνίζει τι είναι εκείνο που ανήκει στον πυρήνα της δογματικής αλήθειας, με άλλα λόγια τι είναι εκείνο που δι-ερμηνεύει και εκφράζει με πιστότητα το αποστολικό κήρυγμα, και τι είναι εκείνο που απλά διαιωνίζει ή μεταφέρει στο παρόν χαρακτηριστικά της ευρύτερης πολιτισμικής πραγματικότητας, τα οποία αποτελούν εξάπαντος την εξωτερική μορφή –όχι πάντοτε την καλύτερη ή την οριστική– διατύπωσης, και όχι την ίδια την αλήθεια.
Το κεντρικό ζήτημα που τίθεται για μια ακόμη φορά είναι εάν υπάρχει η δυνατότητα η Ορθόδοξη θεολογία, όσον αφορά ειδικά στην κανονική της παράδοση, να κατανοηθεί και να λειτουργήσει όχι μόνο ως «παραδοσιακή», μένοντας αμετακίνητα πιστή στο γράμμα μιας υποτιθέμενης «παράδοσης», αλλά και ως συναφειακή, υπερβαίνοντας τις συντεταγμένες ενός προ-νεωτερικού κοσμοειδώλου, το οποίο αποτελεί τελεσίδικα παρελθόν για τον χρόνο της Εκκλησίας.
Για να "κατεβάσετε" και να διαβάσετε το πρόγραμμα, πατήστε εδώ.